Η ιστορία του Δράκουλα έχει εμπνεύσει πολλές ιστορίες τρόμου σε όλο τον κόσμο και αποτελεί συχνά αγαπημένο θέμα του Χόλιγουντ (Hollywood)
για πολλά θρίλερ. Ελάχιστοι ωστόσο γνωρίζουν ποιος πραγματικά ήταν ο Κόμης Δράκουλας και γιατί έχει συνδεθεί με τους βρυκόλακες και την νύχτα.
Το πραγματικό του όνομα ήταν :
Βλαντ Γ΄ (ρουμανικά: Vlad Țepeș, /Τσέπες Νοέμβριος 1431 – Δεκέμβριος 1476), γνωστός ως Βλαντ ο Παλουκωτής ή Κόμης Δράκουλας, βοεβόδας (ή πρίγκιπας) της Βλαχίας τρεις φορές μεταξύ του 1448 και του θανάτου του.
H περίφημη νυκτερινή επίθεση της 17ης Ιουνίου 1462.
Τα Γεγονότα
Την άνοιξη του 1462, μολονότι αξιόπιστες πληροφορίες για εντατικές
πολεμικές προετοιμασίες των Οθωμανών έφθαναν καθημερινά στις Ευρωπαϊκές
Αυλές, κανένας δεν έσπευσε να βοηθήσει τη Βλαχία. Ο Μωάμεθ Β’ είχε
εξοργιστεί τόσο πολύ από τη «θρασύτατη» στάση του Τσέπες ώστε αποφάσισε
να ηγηθεί προσωπικά της εκστρατείας. Σύμφωνα με τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη
ο στρατός του ήταν ο «δεύτερος μεγαλύτερος στρατός από την έφοδό του
στο Βυζάντιο».
Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πολιορκητές της Κωνσταντινούπολης ανέρχονταν σε 80-100.000, είναι πολύ πιθανό οι μαχητές που εκστράτευσαν εναντίον της Βλαχίας να ξεπερνούσαν τις 60.000. Παράλληλα είχαν κινητοποιηθεί 25 πολεμικά πλοία και 150 βοηθητικά με την αποστολή να καταλάβουν το λιμάνι της Κίλια. Ο Βλαντ Τσέπες κινητοποίησε όχι μόνο τον «μεγάλο στρατό» αλλά και όλους τους πολίτες άνω των 12 ετών που μπορούσαν να φέρουν όπλα.
Δεν κατάφερε όμως να συγκεντρώσει περισσότερους από 22.000 άνδρες (από αυτούς οι 7.000 στάλθηκαν να περιφρουρήσουν τα σύνορα με τη Μολδαβία). Εκτός από την καταφανέστατη αριθμητική υπεροχή τα Σουλτανικά στρατεύματα ήταν και ποιοτικά ανώτερα, καθώς απαρτίζονταν κατά το μεγαλύτερο μέρος από κατάφρακτους επαγγελματίες οπλίτες. Από την άλλη πλευρά οι Βλάχοι υστερούσαν (εκτός από τα επίλεκτα σώματα) σε στρατιωτική κατάρτιση και οπλισμό.
Είχαν όμως άριστη γνώση της τοπογραφίας της περιοχής, μπορούσαν άνετα να εφαρμόσουν τακτικές ανταρτοπολέμου και περιέβαλλαν με απόλυτη εμπιστοσύνη τον ηγεμόνα τους, επειδή θεωρούσαν ότι ήταν ο μοναδικός που μπορούσε να αντιμετωπίσει με επιτυχία τους εισβολείς. Φημολογείται πως ο Βλαντ πριν ξεκινήσει για τον πόλεμο είπε στους στρατιώτες του: «Οποιος σκέπτεται τον θάνατο να μην έλθει μαζί μου. Να μείνει εδώ». Σύμφωνα με τον ιστορικό Νικολάε Γιόργκα «για πρώτη φορά ο Μωάμεθ Β', αυτός ο ακούραστος πολεμιστής, βρήκε επιτέλους ψυχές που τον άφηναν άναυδο με τη σιωπηρή και χωρίς αλαζονεία δύναμή τους».
Στις 29 Απριλίου 1462 ο Σουλτάνος επικεφαλής του στρατού του αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη. Υστερα από έναν μήνα έφθασε στον Δούναβη, στο ύψος της Νικόπολης. Στην απέναντι όχθη του ποταμού, στο Τούρνου, ανέμεναν οι Βλάχοι αποφασισμένοι να αναχαιτίσουν τη σχεδιαζόμενη απόβαση. Υστερα από συμβούλιο, ο Μωάμεθ Β' αποφάσισε να πραγματοποιήσει αιφνιδιαστική νυκτερινή επιχείρηση. Ενα σώμα γενιτσάρων μεταφέρθηκε με 70 πλοιάρια (εξοπλισμένα με μικρά πυροβόλα) στην απέναντι όχθη, σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων από το εχθρικό στρατόπεδο.
Εκεί δημιούργησαν ένα προγεφύρωμα με χαρακώματα και τα πυροβόλα των πλοιαρίων, καλύπτοντας έτσι τη διέλευση και του υπόλοιπου Οθωμανικού στρατεύματος. Αμέσως μετά οι γενίτσαροι διενήργησαν έφοδο στο στρατόπεδο του Τσέπες αλλά αποκρούστηκαν χάνοντας 300 άνδρες. Στη συνέχεια δέχθηκαν οι ίδιοι την επίθεση της εμπροσθοφυλακής των Βλάχων, η οποία αποκρούστηκε με τη σειρά της χάρη στη χρήση των 120 πυροβόλων τους.
Ο Βλαντ αναγνωρίζοντας την αδυναμία να αντιμετωπίσει τον ανώτερο αριθμητικά Οθωμανικό στρατό και τις πυροβολαρχίες του αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Μετά την επιτυχημένη διέλευση του Δούναβη άρχισε η Οθωμανική προέλαση στο εσωτερικό της χώρας με προορισμό την πρωτεύουσα Τιργκόβιστε. Παράλληλα ο Σουλτανικός στόλος πυρπόλησε τη Βράιλα, το μεγαλύτερο παραδουνάβιο λιμάνι της Βλαχίας. Οι συνθήκες όμως άλλαξαν γρήγορα για τους εισβολείς.
Ο Βλαντ εφαρμόζοντας με συνέπεια την τακτική της «καμένης γης» και διενεργώντας συχνές αιφνιδιαστικές επιθέσεις, άρχισε να καταπονεί τις αντίπαλες δυνάμεις. Την εποχή εκείνη τα στρατεύματα είχαν ως μοναδικό τρόπο ανεφοδιασμού τη διαρπαγή τροφίμων από τις κατεχόμενες περιοχές. Σε μια χώρα συνειδητά κατεστραμμένη και ερημωμένη από τους ίδιους της τους κατοίκους οι Οθωμανοί ήλθαν αντιμέτωποι με έναν αήττητο εχθρό, την πείνα. Στα ήδη υπάρχοντα προβλήματα προστέθηκε και αυτό της δίψας, καθώς η Βλαχία διένυε ένα από τα πιο ζεστά καλοκαίρια των τελευταίων δεκαετιών.
Από τα πηγάδια που συναντούσαν στον δρόμο τους οι Οθωμανοί στρατιώτες
δεν τολμούσαν να πιούν, διότι ήταν δηλητηριασμένα. Όσοι αποκόπτονταν από
τον κύριο κορμό του στρατού σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να βρουν
τροφή και νερό συναντούσαν τον θάνατο. Έφιπποι πολεμιστές εξορμούσαν
ξαφνικά από τα πυκνά δάση και σκόρπιζαν τον όλεθρο. Εκτός από τον συνεχή
κλεφτοπόλεμο ο Βλαντ εξαπέλυσε τουλάχιστον δύο μεγάλες επιθέσεις
εναντίον του κύριου σώματος του εχθρικού στρατού.
Atacul de noapte =νυκτερινή επίθεση της 17ης Ιουνίου 1462
Μέσα σε αυτή την καταθλιπτική ατμόσφαιρα της πορείας των Σουλτανικών
στρατευμάτων, σε μια χώρα όπου ο θάνατος καραδοκούσε παντού, ο τολμηρός
πολέμαρχος εξαπέλυσε την περίφημη νυκτερινή επίθεση της 17ης Ιουνίου
1462. Προτού προχωρήσει σε αυτή την παράτολμη ενέργεια ο Βλαντ
ενημερώθηκε λεπτομερέστατα για την οργάνωση και την οχύρωση του εχθρικού
στρατοπέδου. Σύμφωνα μάλιστα με τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη «εισήλθε
μεταμφιεσμένος στο στρατόπεδο του Σουλτάνου και εξέτασε τα πάντα με
προσοχή».
Πάντα κατά τον ίδιο συγγραφέα ο Τσέπες επιτέθηκε με 7.000 ή 10.000
πολεμιστές. Η επίθεση φωτιζόταν από αναμμένους δαυλούς, ενώ εκατοντάδες
βούκινα ηχούσαν δαιμονισμένα συνθέτοντας μια σκηνή Αποκάλυψης. Οι
Οθωμανοί παρά τον αρχικό τους αιφνιδιασμό ανασυγκροτήθηκαν γρήγορα κάτω
από τις απειλές και τα μαστίγια των αξιωματικών και των ντελάληδων του
Σουλτάνου.
Το πρώτο σώμα στρατού που αντιμετώπισαν οι «καταδρομείς» του Βλαντ ήταν
το Ασιατικό, το οποίο κυριολεκτικά διέλυσαν. Με απόλυτη τάξη και συνοχή
οι Βλάχοι προσπαθούσαν να φθάσουν στη σκηνή του Σουλτάνου. Από λάθος
όμως βρέθηκαν στις σκηνές των Βεζίρηδων Ισάκ και Μαχμούτ, όπου η μάχη
γενικεύτηκε. Ετσι η σωματοφυλακή του Σουλτάνου βρήκε τον απαραίτητο
χρόνο για να προετοιμαστεί και να αντιμετωπίσει τη Βλαχική επίθεση.
Το πρώτο φως της ημέρας ανάγκασε τον Τσέπες να αποσυρθεί (όπως
αποσύρεται κάθε φορά ο ομώνυμος μυθιστορηματικός ήρωας, από λόγους
ενστίκτου, στις δεκάδες κινηματογραφικές ταινίες). Από την προσπάθεια
των επιτιθέμενων να φθάσουν στη Σουλτανική σκηνή αντιλαμβανόμαστε ότι
σκοπός της επιχείρησης ήταν η εξόντωση του Μωάμεθ Β', ενέργεια η οποία
θα επέφερε όχι μόνο τη διάλυση του Οθωμανικού στρατοπέδου, αλλά
πιθανότατα και την αλλαγή του ρου της ιστορίας της ίδιας της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας.
Ο πορθητής της Κωνσταντινούπολης συγκλονίστηκε (φημολογείται ότι
επιχείρησε να φύγει αμέσως από το στρατόπεδο εγκαταλείποντας τους άνδρες
του, αλλά συγκρατήθηκε από τους συμβούλους του), τελικά όμως συνέχισε
την πορεία του προς την Τιργκόβιστε. Φθάνοντας εκεί οι Οθωμανοί για
άγνωστους λόγους δεν αποπειράθηκαν να την κυριεύσουν αλλά την
παρέκαμψαν. Σε πολύ μικρή απόσταση από την πόλη υπέστησαν έναν τρομερό
κλονισμό. Σε μήκος τριών και πλάτος ενός χιλιομέτρου απλωνόταν ένα
«δάσος» από 20.000 ανασκολοπισμένους συμπατριώτες τους.
Το αποτρόπαιο θέαμα συμπλήρωναν τα σμήνη των όρνεων που κατέτρωγαν τους
νεκρούς. Ο ήδη καταπτοημένος Σουλτάνος διέταξε υποχώρηση. Ο Βλαντ Τσέπες
αποδεικνυόταν άριστος γνώστης και του ψυχολογικού πολέμου. Δυστυχώς
ήταν υποχρεωμένος να αναχωρήσει αμέσως μετά τη νυκτερινή επίθεση για να
προασπίσει τα σύνορα με τη Μολδαβία και έτσι δεν κατάφερε να αξιοποιήσει
πλήρως τις μεγαλειώδεις νίκες του. Η τακτική υποχώρηση των Οθωμανών
γρήγορα μετατράπηκε σε πανικόβλητη φυγή εξαιτίας των κακουχιών και των
συνεχών καταδρομικών επιχειρήσεων των Βλάχων.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο ΕΔΩ
Μέχρι σήμερα οι περισσότεροι στην Ρουμανία γιορτάζουν την 17η Ιουνίου σαν Εθνική γιορτή.
Το 1453, όταν η πόλη της Κωνσταντινούπολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών, που απειλούσαν όλη την Ευρώπη με εισβολή, ο Βλαντ ανέλαβε να υπερασπιστεί τη Βλαχία από την εισβολή και το 1456 η μάχη του για να προστατεύσει την πατρίδα του ήταν νικηφόρα : Ο μύθος υποστηρίζει ότι αποκεφάλισε προσωπικά τον αντίπαλό του , Βλαντισλαβ τον Δεύτερο σε μία μάχη σώμα με σώμα. Περισσότερα...
Σχετικό θέμα:
Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως
Κωστής Παλαμάς (1859-1943)ΛΟΓΟΣ Α΄ Ο ερχομός.
Η ΕΚΑΤΗ φωτίζει το Βυζάντιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου