Αν και το Τεοτιχουακάν το τυλίγει ένα πέπλο μυστηρίου και αινιγματική παραμένει η καταγωγή των πρώτων κατοίκων του, πρόσφατα ανακάλυψαν ρομπότ στο εσωτερικό της πυραμίδας (στον ναό του φτερωτού όφεως) άγνωστες αίθουσες. Πηγή: Εθνικό Ινστιτούτο για Ανθρωπολογία και Ιστορία.(INAH) Φωτογραφίες: dpa
Tο Τεοτιουακάν, ισπανικά: Teotihuacan (Τεοτιουάκαν) ή Teotihuacαn (Τεοτιουακάν), στην Νάουατλ TeMt+huacn (Τεοτιουάκαν), ηΝάουατλ έχει πάντα τον τονισμό στην προτελευταία συλλαβή, είναι η σημαντικότερη και μεγαλύτερη προκολομβιανή πόλη του Μεξικού.Teotihuacαn (Τεοτιουακάν) είναι η ισπανοποιημένη μορφή της νάουατλ Teotihuacan (Τεοτιουάκαν), αλλά πρόσφατα στα ισπανικά έχει αντικατασταθεί συχνά από την αρχική νάουατλλέξη Teotihuacan (Τεοτιουάκαν). Βρίσκεται 40 περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά της σύγχρονης πόλης του Μεξικού. Μέχρι τη δεκαετία του 1920, ελάχιστα πράγματα ήταν γνωστά για το Τεοτιουακάν. Σήμερα, η αρχαιολογική έρευνα κατάφερε να αναπαραστήσει τη χιλιόχρονη ιστορία της αρχαίας αυτής μητρόπολης του Μεξικού.
Από το 1987, η προκολομβιανή πόλη του Τεοτιουακάν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των πολιτιστικών μνημείων της Ουνέσκο.
Η πρώτη ανθρώπινη εγκατάσταση στην περιοχή ανάγεται στο 600 π. Χ. περίπου και μέχρι το 200 π. Χ. υπήρχαν στην τοποθεσία της μελλοντικής πόλης του Τεοτιουακάν διάσπαρτα μικρά χωριά, ενώ υπολογίζεται ότι ο συνολικός πληθυσμός της κοιλάδας Τεοτιουακάν ανερχόταν περίπου σε 6.000 κατοίκους. Κατά την περίοδο από το 100 π. Χ. έως το 750 μ. Χ., το Τεοτιουακάν είχε εξελιχθεί σε ένα τεράστιο αστικό και διοικητικό κέντρο με πολιτιστικές επιρροές σε όλη την ευρύτερη μεσοαμερικανική περιοχή.
Η ιστορία της πόλης του Τεοτιουακάν διακρίνεται σε τέσσερις διαδοχικές περιόδους, που είναι γνωστές ως Τεοτιουακάν Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV. H περίοδος I διαρκεί από το 200 π. Χ. έως το έτος 0 και σηματοδοτεί τη γένεση μιας πραγματικής πόλης. Κατά την περίοδο αυτή, το Τεοτιουακάν διαμορφώθηκε πάνω στον άξονα της "Λεωφόρου των Νεκρών", που βρισκόταν τότε στο στάδιο της κατασκευής της, Έχουν ανακαλυφθεί 23 συμπλέγματα ναών, που ανήκουν στην περίοδο αυτή και βρίσκονται κατά μήκος της Λεωφόρου των Νεκρών. Τότε χτίστηκαν και τα εντυπωσιακότερα μνημεία, οι Πυραμίδες του Ήλιου και της Σελήνης, που ήταν αφιερωμένες στη λατρεία των δύο ουράνιων σωμάτων.
Η περίοδος ΙΙ διήρκεσε από το έτος 0 έως το 350 μ. Χ. και μαρτυρά την μετεξέλιξη του Τεοτιουακάν από πόλη - κράτος σε μητροπολιτικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Η περίοδος αυτή είναι αξιοσημείωτη τόσο για τη μνημειώδη αρχιτεκτονική όσο και για τη μνημειώδη γλυπτική της. Το ωραιότερο από τα μνημεία της περιόδου αυτής είναι ο ναός του Κετζαλκόατλ, που χαρακτηρίζεται από τα γλυπτά της πρόσοψής του. Κατά την περίοδο αυτή ολοκληρώθηκε και η κατασκευή της Πυραμίδας της Σελήνης, καθώς και της επιβλητικής πλατείας που βρίσκεται μπροστά της.
Η περίοδος ΙΙΙ διήρκεσε από το έτος 350 μ. Χ. έως το 650 μ. Χ. Είναι η λεγόμενη Κλασική Περίοδος του Τεοτιουακάν, κατά την οποία η πόλη έφθασε στον κολοφώνα της ισχύος και της δόξας της. Ο πληθυσμός της υπολογιζόταν στις 150.000 - 200.000 κατοίκους και η πόλη συγκαταλεγόταν στις μεγαλύτερες πόλεις του αρχαίου κόσμου. Ήταν η έκτη σε μέγεθος πόλη του κόσμου, με 2.000 κτήρια και έκταση 30 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Υπήρξε μαζική ανοικοδόμηση μνημείων και ο ναός του Κετζαλκόατλ, που χρονολογείται από την προηγούμενη περίοδο ΙΙ, καλύφθηκε στη φάση αυτή με πλούσια γλυπτική διακόσμηση. Τυπικό καλλιτέχνημα της περιόδου ΙΙΙ ήταν και τα "νεκρικά προσωπεία", φιλοτεχνημένα κυρίως από πράσινη πέτρα και καλυμμένα με ψηφίδες από τιρκουάζ, όστρακο ή οψιδιανό. Αποδίδουν σε φυσικό μέγεθος το ανθρώπινο πρόσωπο και προορίζονταν για να καλύπτουν το πρόσωπο των νεκρών κατά την ώρα της ταφής.
Η περίοδος ΙV αρχίζει από το 650 μ. Χ. και διαρκεί έναν περίπου αιώνα, μέχρι το 750 μ. Χ. Σηματοδοτεί την τελική κατάρρευση του Τεοτιουακάν, όταν η πόλη καταστράφηκε από τους Τολτέκους, που εισέβαλαν στην περιοχή. Ναοί, ανάκτορα, μέγαρα ευγενών και ιερέων και συγκροτήματα κατοικιών μετατράπηκαν σε ερείπια, ενώ ο πληθυσμός σφαγιάστηκε και διασκορπίστηκε στην ευρύτερη περιοχή. Μερικές χιλιάδες μόνο συνέχισαν να κατοικούν ανάμεσα στα ερείπια της κατεστραμένης πόλης.
Η πόλη του Τεοτιουακάν χαρακτηριζόταν από διακριτή κοινωνική διαστρωμάτωση. Διακρίνονταν τρία κοινωνικά στρώματα - ελίτ, μεσαίο και κατώτερο. Οι κατοικίες της υψηλής κοινωνικής τάξης (ελίτ) βρίσκονταν συγκεντρωμένες στην καρδιά της πόλης κατά μήκος της Λεωφόρου των Νεκρών, κοντά στους ναούς, λόγω της στενής σχέσης των μελών της ανώτερης τάξης με τους θρησκευτικούς οργανισμούς, αλλά και κοντά στα εργαστήρια οψιδιανού, λόγω της ενασχόλησής τους με την παραγωγή, εμπορία και εξαγωγή εργαλείων.
Οι κατοικίες του μεσαίου κοινωνικού στρώματος, που το συγκροτούσαν γεωργοί και εξειδικευμένοι τεχνίτες διαφόρων ειδικοτήτων, ήταν συγκροτήματα διαμερισμάτων, κατανεμημένα σε όλη την πόλη. Οι κατοικίες του τρίτου και κατώτερου κοινωνικού στρώματος, στο οποίο ανήκε ο αγροτικός πληθυσμός της πόλης, αλλά που στελέχωνε και το στρατό, βρίσκονταν σε θύλακες μεταξύ των κατοικιών της μεσαίας τάξης είτε στην περιφέρεια της πόλης.
Η τεχνουργική εξειδίκευση ήταν πολύ ανεπτυγμένη στο Τεοτιουακάν. Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει σήμερα στο φως 842 εργαστήρια, μέσα στα όρια της πόλης, που χρονολογούνται από την κλασική περίοδο της μεγάλης ακμής της - από το 350 μ. Χ. έως το 750 μ. Χ. Κατανέμονται σε 126 εργαστήρια κατασκευής ειδωλίων, 213 εργαστήρια αγγειοπλαστικής, 105 εργαστήρια επεξεργασίας λίθων για οικοδομές και 398 εργαστήρια επεξεργασίας οψιδιανού. Υπολογίζεται ότι το 25% - 30% του πληθυσμού του Τεοτιουακάν αποτελούνταν από εξειδικευμένους τεχνίτες πλήρους απασχόλησης.
Το όνομα "Τεοτιουακάν" δόθηκε στην πόλη από τους Αζτέκους και σημαίνει "Η πόλη των θεών" ή "Η πόλη όπου οι άνθρωποι γίνονται θεοί". Όπως υποδηλώνει και η σημασία της λέξης, το Τεοτιουακάν ήταν κράτος θεοκρατικό, όπου το θρησκευτικό ιερατείο ασκούσε υπέρτατη εξουσία. Είναι διαπιστωμένο ότι από τον 3ο μ. Χ. αιώνα τελούνταν ανθρωποθυσίες, οι οποίες συνδέονταν με την ταύτιση ηγεμόνα, ιερέα και πολεμιστή, καθώς και με τη λατρεία του πολέμου, μέσω της οποίας η πόλη αντλούσε τη στρατιωτική της δύναμη.
Η επεξεργασία του οψιδιανού αποτελούσε την πιο ανεπτυγμένη τέχνη και την κύρια πηγή πλούτου στο Τεοτιουακάν. Οι εργαζόμενοι στα εργαστήρια οψιδιανού ανέρχονταν στο 12% τουλάχιστον του συνολικού πληθυσμού, σύμφωνα με αξιόπιστες εκτιμήσεις των αρχαιολόγων και από το πλήθος των αρχαιολογικών ευρημάτων. Τα εργαστήρια παρήγαγαν εργαλεία ή αντικείμενα από οψιδιανό διαφόρων τύπων, που προορίζονταν για εμπορικές συναλλαγές πέρα από τα γεωγραφικά όρια της πόλης, όπως ειδώλια, λεπίδες, αιχμές, λαβές μαχαιριών, κοσμήματα ή στολίδια κ. ά.
Το 25% περίπου της δραστηριότητας των εργαστηρίων οψιδιανού ήταν αφιερωμένο στην παραγωγή λεπίδων και αιχμών για εξωτερικές αγορές. Ένας συγκεκριμένος τύπος λεπίδων από οψιδιανό, με λεπτή ακμή σαν ξυράφι, αποτελούσε τελετουργικό όργανο για χρήση στις ανθρωποθυσίες, με το οποίο οι ιερείς αφαιρούσαν την καρδιά από τα θύματα της θυσίας.
Ο οψιδιανός προερχόταν κυρίως από τα ορυχεία της Πατσούκα (Pachuca), τα οποία κατείχε το Τεοτιουακάν και η επεξεργασία του αποτελούσε τη σημαντικότερη τεχνουργική βιομηχανία της πόλης, η οποία είχε αποκτήσει το μονοπώλιο στο εμπόριο του οψιδιανού στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Αμερικής.
Το Τεοτιουακάν άνθησε για μία περίπου χιλιετία και άσκησε σημαντική επίδραση στους κατοπινούς πολιτισμούς του Μεξικού (Τολτέκων, Αζτέκων κλπ). Ωστόσο στα μέσα του 8ου μ. Χ. αιώνα η πόλη υπέστη μεγάλη καταστροφή, που οδήγησε στην κατάρρευση και την τελική πτώση της. Ο λαός των Τολτέκων εισέβαλε στην περιοχή και η πόλη λεηλατήθηκε, πυρπολήθηκε και σε μεγάλη έκταση καταστράφηκε. Οι κάτοικοι υποχρεώθηκαν να την εγκαταλείψουν, ενώ μεγάλο μέρος του αγροτικού πληθυσμού απομακρύνθηκε από την πόλη σε αναζήτηση νέων εύφορων εδαφών.
Η πόλη του Τεοτιουακάν χαρακτηριζόταν από μεγάλα και επιβλητικά κτίσματα, που περιλάμβαναν, εκτός από τα συγκροτήματα των κατοικιών, ναούς, μεγάλες πλατείες, γήπεδα και ανάκτορα των ηγεμόνων, ευγενών και ιερέων. Ο αστικός - τελετουργικός χώρος της πόλης θεωρείται ένα από τα εντυπωσιακότερα επιτεύγματα του προκολομβιανού Νέου Κόσμου.
Το μέγεθος και η ποιότητα των μνημείων, η πρωτοτυπία της οικιστικής αρχιτεκτονικής και η θαυμαστή εικονογραφία στις χρωματιστές τοιχογραφίες των κτηρίων ή στα αγγεία με τα ζωγραφικά μοτίβα από πεταλούδες, αετούς, κογιότ με φτερά και ιαγουάρους, υποδηλώνουν πέραν πάσης αμφιβολίας έναν υψηλού επιπέδου πολιτισμό, οι πολιτιστικές επιδράσεις του οποίου εξαπλώθηκαν και μεταφυτεύθηκαν σ' όλους τους μεσοαμερικανικούς πληθυσμούς.
Τα κύρια μνημεία της πόλης του Τεοτιουακάν συνδέονται μεταξύ τους με ένα κεντρικό δρόμο πλάτους 45 μέτρων και μήκους 2 χιλιομέτρων, που ονομάζεται "Λεωφόρος των Νεκρών" (Avenida de los Muertos), γιατί πιστεύεται ότι ήταν στρωμένος με τάφους. Ανατολικά βρίσκεται η επιβλητική "Πυραμίδα του Ήλιου" (Piramide del Sol), η τρίτη μεγαλύτερη πυραμίδα στον κόσμο. Έχει όγκο 1.000.000 κυβικά μέτρα. Πρόκειται για μια βαθμιδωτή πυραμίδα, με διαστάσεις βάσης 219,4 Χ 231,6 μέτρα και ύψος 65 μέτρα. Στην κορυφή της πυραμίδας υπήρχε ένα τεράστιο βάθρο, όπου τελούνταν οι ανθρωποθυσίες.
Στο βόρειο άκρο της πόλης, η Λεωφόρος των Νεκρών καταλήγει στην "Πυραμίδα της Σελήνης" (Piramide de la Luna), που περιβάλλεται πλευρικά από εξέδρες - ράμπες και χαμηλότερες πυραμίδες. Στο νότιο τμήμα βρίσκεται ο "Ναός του Κετζαλκόατλ" (Quetzalcoatl), αφιερωμένος στο θεό με τη μορφή φτερωτού φιδιού, που χαρίζει ζωή και γονιμότητα. Γλυπτική αναπαράσταση του θεού Κετζαλκόατλ και δώδεκα κεφαλές φτερωτών φιδιών κοσμούν τις δύο πλευρές της ανηφορικής κλίμακας του ναού.
Από τη Βικιπαίδεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου