Ανεξάρτητα από το όνομα, η ρίζα του
οποίου δεν είναι ελληνική, αλλά πήρε την ονομασία του από την ρουμάνικη
λέξη κουκουρέτσου, που σημαίνει αδράχτι/πλεκτή, οι Έλληνες το έλεγαν
«μίμαρκυν»,
δηλαδή κοκορέτσι και έφτιαχναν από αρχαιοτάτων χρόνων. Και το έψηναν
περασμένο στη σούβλα, όπως σήμερα. Στην αρχή το στριφογύριζαν για να
«αρπάξουν» τα εντεράκια και στη συνέχεια το απομάκρυναν από τη φωτιά -
για να ψηθεί χωρίς να στεγνώσει.
Αναφορές υπάρχουν στην αρχαιότερη ελληνική κωμωδία που έχει διασωθεί ολόκληρη, Αχαρνείς του Αριστοφάνη
Οι
Αχαρνείς του Αριστοφάνη είναι η αρχαιότερη ελληνική κωμωδία που έχει
διασωθεί ολόκληρη. Ανέβηκε το 425 π.χ.χ. (...) Ο χρόνος που ανέβηκαν οι
Αχαρνείς μας δίνεται από την πρώτη αρχαία υπόθεση του έργου. Διαβάζουμε:
"εδιδάχθη επί Ευθύνου άρχοντος εν Ληναίοις δια Καλλιστράτου". Το έργο
εδιδάχθη...δια Καλλιστράτου. Τούτο σημαίνει ότι διδάσκαλος, δηλ., όπως
θα λέγαμε σήμερα, σκηνοθέτης, δεν ήταν ο Αριστοφάνης, αλλά κάποιος
Καλλίστρατος. (...) Ο Αριστοφάνης είχε αναθέσει τη σκηνοθεσία των τριών
πρώτων κωμωδιών του στον Καλλίστρατο, καθαρά και μόνο από συναίσθηση της
νεανικής, σκηνοθετικής του απειρίας. (...) Όταν ανέβηκαν οι Αχαρνείς,
είχαν κιόλας περάσει έξι χρόνια από τότε που άρχισε ο Πελοποννησιακός
πόλεμος (στιχ. 266). Η κατάσταση όμως στην Αθήνα εξακολουθούσε να είναι
όπως ήταν και στην αρχή του (Θουκ. 11.14 κ.ε.). Οι Σπαρτιάτες και οι
σύμμαχοί τους εκστρατεύουν κάθε άνοιξη, καταστρέφουν τη γη και την
παραγωγή της Αττικής και αναγκάζουν τους κατοίκους της να κλείνονται στα
τείχη της Αθήνας, όπου ζουν κάτω από πραγματικά άθλιες συνθήκες. Η
ζοφερή αυτή πραγματικότητα αποτελεί και το φόντο της κωμωδίας μας: Η
νοσταλγία για την αγροτική ζωή (στιχ. 32 κ.ε.)· η πλήρης εξάρτηση των
παραγωγών από τους σκληρούς κανόνες του "παιχνιδιού" της αγοράς σε καιρό
πολέμου (στιχ. 34 κ.ε.)· η στέρηση όλων των απλών χαρών που συνθέτουν
την ευτυχία στη ζωή, του καλού φαγητού και πιοτού, της ξεγνοιασιάς, του
γλεντιού, του έρωτα, του ξεφαντώματος στο πλαίσιο μιας λαϊκής γιορτής
(π.χ. στιχ. 241-279 κ.α.). Και παράλληλα με την υλική, η ηθική
απογύμνωση: Η αδιαφορία για τα κοινά (π.χ. στιχ. 19 κ.ε.)· η αποχαύνωση
των πολιτών (π.χ. στιχ. 133, "και κεχήνετε")· η ευπιστία τους στους
απατεώνες και τους φαύλους (π.χ. στη σκηνή των πρέσβεων, στιχ. 65 κ.ε.)·
η αλλοτρίωση του φρονήματος του απλού, εργατικού και συνετού πολίτη από
φιλειρηνικό σε βίαιο (π.χ. στιχ. 204 κ.ε. σε συνδυασμό με στιχ. 611,
979 κ.ε. κ.α.)· η αλαζονική συμπεριφορά της στρατιωτικής ηγεσίας (στιχ.
578 κ.ε.)· η αποχαλίνωση των συκοφαντών (π.χ. στιχ. 818 κ.ε. κ.α.) και
γενικά όλων εκείνων των τρωκτικών και παρασίτων που αναγκαστικά γεννάει
και εκτρέφει στο ψυχοφθόρο έδαφος του ο πόλεμος (στιχ. 65 κ.ε.). Όλο
αυτό το υλικό θα το εκμεταλλευτεί κατά τον καλύτερο τρόπο ο ποιητής μας
στην πρώτη από τις τρεις ακέραιες κωμωδίες του που έχουν για κεντρικό
τους θέμα την ειρήνη και θα μπορούσαν να ονομαστούν η τριλογία της
Ειρήνης. (...) (ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ)
Η γουρνοπούλα κρατάει από την αρχαιότητα
Νέα στοιχεία για την Αγορά της Αρχαίας Μεσσήνης καταθέτει ο Πέτρος Θέμελης, ο αρχαιολόγος στον οποίο οφείλουμε την αποκάλυψη της πόλης (διευθύνει την ανασκαφή από το 1986). Από αυτά, μάλιστα, φαίνεται ότι η συνήθεια να τρώνε οι Μεσσήνιοι ψητή γουρνοπούλα κρατάει από την αρχαιότητα.Πρόσφατα εγκρίθηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο η μελέτη για την αναστήλωση της δωρικής στοάς, μήκους 34 μέτρων, που βρέθηκε στη δυτική πλευρά της Αγοράς. Μαζί θα αναστηλωθεί και το περιστύλιο με τους αρράβδωτους κίονες, που παραπέμπει σε αρχαίο κρεοπωλείο, και ήταν ένα από τα καταστήματα της Αγοράς.
«Η δωρική στοά είναι ελληνιστική και οδηγεί σε περίστυλη αυλή, αίθριο όπου ήταν εγκατεστημένο το σφαγείο - κρεοπωλείο της πόλης», μας λέει ο κ. Θέμελης. «Καταλαβαίνουμε ότι ήταν πολυσύχναστο μέρος με έντονη κίνηση, αφού τα κατώφλια έχουν γούβες από το μπες-βγες. Έτρωγαν πολύ κρέας και η παράδοση της βρώσης του γουρουνιού στη Μεσσήνη κρατάει από την αρχαιότητα», συνεχίζει χαμογελώντας.
Για να προσθέσει ότι το κρεοπωλείο ταυτίστηκε από επιγραφή του 1ου αιώνα μ.χ.χ. που βρέθηκε στη στοά. Η επιγραφή διασώζει την πληροφορία ότι εύπορος Μεσσήνιος επισκεύασε τη στέγη και τοποθέτησε κονιάματα έναντι 1.875 δηναρίων, «γενναίο» ποσό για την εποχή.
«Η αρχαιολογική σημασία του ευρήματος είναι δεδομένη», τονίζει ο Πέτρος Θέμελης. «Ξέραμε ότι υπήρχαν κρεοπωλεία, αλλά να βρεθεί επιγραφή που να το ταυτίζει δεν είναι σύνηθες. Στα ρωμαϊκά χρόνια είχαμε τα «makelum», εξ ου και το μακελειό». Εκτός από την επιγραφή ωστόσο, η σκαπάνη ανακάλυψε και άλλα στοιχεία που μαρτυρούν τη χρήση του σφαγείου, όπως η ογκώδης πέτρα με οπή στη μέση που χρησίμευε για το δέσιμο των ζώων, αλλά και οι αύλακες γύρω της για να τρέχει το αίμα των ζώων και το νερό που έριχναν μετά τη σφαγή για να καθαρίσουν.
Όπως μας λέει ο κ. Θέμελης, βρέθηκε κι άλλη επιγραφή, παλαιότερη, που δίνει πληροφορίες για επισκευές κτιρίων κατεστραμμένων από τον σεισμό. Ενώ αναφέρει ότι υπήρχε κοντά στο κρεοπωλείο και η στοά παντοπωλείου, η οποία, ακόμα τουλάχιστον, δεν έχει βρεθεί.
Θυμίζουμε ότι το Συμβούλιο της Αρχαιολογικής Εταιρείας τού ανέθεσε από το 1986 τη διεύθυνση των ανασκαφών της Αρχαίας Μεσσήνηςκαι το εύρημα κεφαλής -εξαιρετικού κάλλους- ενός στεφανωμένου Μεσσήνιου αθλητή
Οι ανασκαφικές έρευνες με παράλληλες εργασίες στερέωσης και αναστήλωσης των μνημείων συνεχίζονται από το 1987 έως σήμερα με γρήγορους ρυθμούς.
Έχουν φέρει στο φως όλα τα δημόσια και ιερά οικοδομήματα της πόλης που είδε και περιέγραψε ο Παυσανίας στη Μεσσήνη, όταν την επισκέφθηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αντωνίνου του Ευσεβούς (155-160 μ.χ.χ.).
Οβελός ή οβελίας:
Η ιστορία της οικονομίας
«Αρχή και ρίζα κάθε αγαθού,είναι η ευχαρίστηση της γαστέρας και τα σοφά και τ' ανώτερα που μ' αυτή σχετίζονται»Δειπνοσοφισταί, Αθήναιος ο Ναυκράτιος τέλος του 2ου αι. μ.Χ./αρχές του 3ου αι. μ.x.x.Όταν οι αρχαίοι Έλληνες πέρασαν από το στάδιο του ανταλλακτικού εμπορίου στις νομισματικές συναλλαγές, αναζήτησαν εύχρηστα αντικείμενα που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σαν νομίσματα. Το τάλαντο (μεταλλική πλάκα σε σχήμα δέρματος βοδιού) ήταν πολύ μεγάλο για να το έχει κανείς μαζί του. Πιο εύχρηστοι ήταν οι οβελοί, μεταλλικές ράβδοι σε σχήμα σούβλας (εξ ου και οβελίας), οι οποίοι και αξία είχαν - ως μέταλλο - και πιο εύκολο ήταν να μεταφερθούν.
Η λέξη "οβελίας" προέρχεται από τον "οβελό" που σημαίνει σιδερένια ράβδος, η σούβλα, στην οποία περνιούνται κομμάτια κρέατος για ψήσιμο. Πλέον, με τη λέξη "οβελίας" δηλώνεται το αρνί που ψήνεται στη σούβλα το Πάσχα, παρόλο που αρχικά προσδιόριζε οτιδήποτε ψήνεται στη σούβλα.
Από τη λέξη "οβελός" παράγεται και η λέξη "οβολός", καθώς και η λέξη "οβελίσκος".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου