"Πέστε τα!"
"Δώμα προσετραπόμεσθ' ανδρός μέγα δυναμένοιο,ός μέγα μεν δύναται,μεγα δε βρέμει,όλβιος αιεί... αυταί ανκλίνεσθαι θύραι...πλούτος γαρ έσεισι πολλός,συν πλούτω δε και ευφροσύνη τεθαλυία, ειρήνη τ' αγαθή"
(ΟΜΗΡΟΥ ΒΙΟΙ, εκδ. OXFORD,V5)
Η εθιμική ερωτο-απόκριση „Να ταπούμε;“ "Πέστε τα!" δεν ανάγεται στους βυζαντινούς χρόνους!
Τα κάλαντα, παρά την χριστιανική τους επίφαση, προέρχονται από την προχριστιανική εποχή. Η Εκκλησία σκόπιμα τοποθέτησε τις ημερομηνίες αυτές για να εκτοπίσει τις λαμπρές ελληνικές, εθνικές (τις οποίες απεκάλεσαν ειδωλολατρικές) εορτές.*
Η παράδοση που ζούμε...
Όσο κι αν οι εποχές αλλάζουν και εκατομμύρια γενιές διαδέχονται η μία την άλλη, δημιουργώντας καινούριους πολιτισμούς και κοινωνίες, οι άνθρωποι, ανά τον κόσμο και ανέκαθεν, επιμένουμε, κάποιες μέρες του χρόνου, να σταματάμε τα ρολόγια και να καταργούμε τον μεταξύ μας χρόνο. Έθιμα, με χιλιάδες χρόνια ζωής, που ζωντανεύουμε έστω για λίγο, κρατούν σφιχτή την μακραίωνη αλυσίδα του πολιτισμού μας.
Ας πούμε πως αυτό είναι μέρος μιας σιωπηρής μας "συμφωνίας": να παραδίδουμε ο ένας στον άλλον (γι' αυτό και η λέξη "παράδοση") τη σκυτάλη που, με φροντίδα, κάποιοι πρόγονοί μας δημιούργησαν αλλά και ν' αφήνουμε σ' αυτήν κάποια δικά μας δαχτυλικά αποτυπώματα...
ΚΑΛΑΝΤΑ
Ένα απ' τα ωραιότερα έθιμα είναι τα κάλαντα ή "άσματα Αγερμού", κατά τους βυζαντινούς (1) , η μαγευτική μελωδία των γιορτών του Δωδεκαημέρου. Η ιστορία τους, γεμάτη μυρωδιές και θύμησες από φρεσκοασβεστωμένες αυλές, κόκκινα παιδικά μαγουλάκια και λογιών λογιών φωνούλες που ξεχύνονται στους δρόμους μπερδεμένες σε γλυκόηχα γιορτινά "τρίγωνα", φιλέματα, μποναμάδες και παινέματα, μπορεί να μας παρασύρει σε ένα νοσταλγικό και μακρινό ταξίδι....
Στα χρόνια της "ειρεσιώνης"
Στην αρχαία Ελλάδα, πολλούς αιώνες πριν τη γέννηση του Χριστού, κάποιοι "παίδες αμφιθαλείς"(2) , ξεχύνονταν στους δρόμους, δύο φορές το χρόνο, όταν γιόρταζαν τα Πυανέψια ή τα Θαργήλια (3) , με "ειρεσιώνες" στα χέρια, δηλαδή κλαδιά ελιάς ή δάφνης, στολισμένα με κομμάτια μαλλιού(4) και καρπούς και τα κρεμούσαν στην πόρτα τους (όπως ακριβώς θέλει ένα πανάρχαιο έθιμο του Πόντου(5) ή όπως κρεμάμε σήμερα τα πρωτομαγιάτικα στεφάνια). Εκεί θα έμεναν μέχρι το επόμενο έτος, όποτε θα καίγονταν σε τελεστική φωτιά (όπως καίμε κι εμείς τα πρωτομαγιάτικα στεφάνια στις φωτιές του Αη-Γιάννη).
Ως "ειρεσιώνη" ονομάστηκε και το τραγούδι που έλεγαν τα παιδιά, στη διαδρομή, από σπίτι σε σπίτι(6) . Παρατηρείστε τους επόμενους στίχους,